Η άνοιξη, η εποχή της αναγέννησης της φύσης και της συναισθηματικής ενδυνάμωσης του ανθρώπου, πήρε το όνομά της από το ρήμα ανοίγνυμι-ανοίγω, τον αρχαίο ελληνικό όρο “έαρ”, από τον οποίο προέρχεται ο όρος εαρινή ισημερία (Δορμπαράκη, 1971). Ο όρος αναφέρεται στην αναγέννηση της φύσης, στο “άνοιγμα” των σπόρων και των καρποφόρων δέντρων και συνδέεται στενά με τη ζωή και τον κύκλο της, τη σεξουαλική ορμή και τη γονιμοποίηση. Η πιο διάσημη διονυσιακή γιορτή ήταν τα Ανθεστήρια που γίνονταν για τρεις ημέρες στην Αθήνα κατά τη διάρκεια του μήνα Ανθεστηρίων, στα τέλη Φεβρουαρίου και στις αρχές Μαρτίου. Σε όλες αυτές τις γιορτές το κοινό στοιχείο που παραμένει μέχρι σήμερα είναι ένα, η σατιρική μεταμφίεση. Στην αρχαία Ελλάδα η σάτιρα αυτή εκφραζόταν με πήλινες μάσκες ή δέρματα ζώων, ενώ ορισμένοι σάτυροι έβαφαν τα πρόσωπά τους με κατακάθι κρασιού και στεφανώνονταν με κλαδιά κισσού, του ιερού φυτού του Διονύσου, γιορτάζοντας την εμφάνισή του πάνω στο τροχήλατο καράβι του. Οι πομπές των πιστών, με επικεφαλής τους φαλλούς, στεφανωμένους με πολλά κλαδιά και λουλούδια, με επικεφαλής έναν νεαρό άνδρα μουντζουρωμένο με καπνό (Lesky, 1981). Στη συνέχεια ακολουθούσαν διαγωνισμοί κρασιού και κάποια έθιμα όπως ο γάμος του θεού Διόνυσου με τη βασίλισσα-σύζυγο του βασιλιά της Αθήνας και τα απογεύματα γινόταν το γνωστό πείραγμα των πεζών με λεκτικές προσβολές (αι εκ των αμαξών λοιδορίαι στα ελληνικά).
Η παράδοση αυτή εξαπλώθηκε τελικά σε άλλα μέρη του κόσμου μέσω της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά οι παγανιστικές πρακτικές ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες που δεν καταργήθηκαν εντελώς όταν εμφανίστηκε ο Χριστιανισμός. Παρόλο που οι άνθρωποι σταμάτησαν να λατρεύουν τους θεούς του Ολύμπου, τα ελληνικά έθιμα να ντύνονται και να γιορτάζουν στους δρόμους παρέμειναν. Τα έθιμα αυτά είναι γνωστά με τον λατινικό όρο “καρναβάλι” από τον όρο “carnavale”, που σημαίνει αποχή από το κρέας και τον συνώνυμο ελληνικό όρο “Απόκρεω ή Καρναβάλι”.
Οι άνθρωποι το θεωρούν ως περίοδο γιορτής και ανεμελιάς, αλλά και ως μεταβατική περίοδο, η οποία μπορεί να επηρεάσει συμβολικά την αναμενόμενη ανοιξιάτικη βλάστηση. Έτσι, οι λαϊκές εκδηλώσεις του Καρναβαλιού έχουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, προβάλλοντας συχνά την ιδεολογία ενός “ανάποδου” ή “ανεστραμμένου” κόσμου, στον οποίο οι αξίες και οι κανόνες έχουν αντιστραφεί, γεγονός που δίνει την ευκαιρία στους ανθρώπους, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, να υπερβούν τους κανόνες της καθημερινής ζωής και η διαδικασία αυτή λειτουργεί ως μηχανισμός χαλάρωσης. Σκοπός τους ήταν να αποχαιρετήσουν τον χειμώνα και το σκοτάδι του και να καλωσορίσουν την άνοιξη.
Είναι σαφές ότι οι αρχαίοι συμβολισμοί ενσωματώθηκαν στις ελληνορθόδοξες λαϊκές παραδόσεις, προετοίμασαν τους ορθόδοξους για την Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Όλα αυτά τα έθιμα κατάφεραν να διασωθούν με διαφορετικές παραλλαγές σε κάθε περιοχή της Ελλάδας. Η τροχήλατη βάρκα είναι το άρμα σε κάθε παρέλαση, που διοργανώνεται τις δύο Κυριακές της Αποκριάς, ο χορός στους δρόμους και το πείραγμα των πεζών είναι ακόμα ζωντανός. Οι πιο γνωστές σατιρικές αναπαραστάσεις είναι οι εξής:
Οι Μωμόγεροι του Πόντου στη Μακεδονία.
Οι καμπάνες της Νάξου στις Κυκλάδες.
Η δίκη του Καδή – Λιτόχωρου
Ο ιερός και ο βλάχικος γάμος
Ο γέρος και η κορέλα στη Σκύρο
Το έθιμο του μοναχού στις Σέρρες
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνικά
Δορμπαράκη, Π. Χ. (1971). Επίτομον λεξικόν της αρχαίας ελληνικής γλώσσης Ετυμολογικό-Ερμηνευτικό (8η εκδ.). Αθήνα: Εστία
Ελληνικά
Lesky, A. (1985). Geschichte Der Griechischen Literatur (Α.Γ. Τσοπανάκης, μετάφραση, 5η έκδοση). Θεσσαλλονίκη: Κυριακίδης