Στη Ρουμανία, την περίοδο των Χριστουγέννων, τα κάλαντα τραγουδιούνται από μια μπάντα καλαντιστών.
Στην παραδοσιακή κοινότητα, η ομάδα των καλαντιστών αποτελούνταν κυρίως από ανύπαντρα αγόρια. Παράλληλα με αυτούς, τα παιδιά έψαλαν επίσης τα κάλαντα, με τις ιεραρχίες και τους κανόνες της ομάδας τους να αντανακλούν σε μικρότερη κλίμακα την οργάνωση της παρέας των αγοριών.
Η συμμορία απαρτιζόταν από 10 έως 20 νεαρούς άνδρες και αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά την ηλικιακή ομάδα των αγοριών, τα οποία είχαν σημαντικό ρόλο στη διεξαγωγή των τελετών που σχετίζονταν με τις χειμερινές διακοπές και ταυτόχρονα των προγαμιαίων ή γαμήλιων τελετών.
Τα αγόρια που γίνονταν δεκτά στη συμμορία ήταν ηλικίας μεταξύ 14 και 21 ετών και ήταν κατ’ αρχήν ανύπαντρα. Σε περιφερειακό επίπεδο, υπάρχουν επίσης μορφές κάλαντων με μικτές ομάδες παλικάριας και νεαρών παντρεμένων ή ηλικιωμένων ανδρών, που ενίοτε περιλαμβάνουν και κορίτσια.
Τα απαραίτητα προσόντα για την ένταξη στην παρέα είναι, γενικά, το αθλητικό ανάστημα, το μουσικό αυτί ή το ταλέντο στο χορό, η γνώση του ρεπερτορίου της παρέας, το οποίο αριθμούσε από 5 έως και 60 κάλαντα.
Οι νέοι συγκεντρώνονταν γύρω στις 15 Δεκεμβρίου, στην αρχή της Σαρακοστής των Χριστουγέννων, σε ένα από τα σπίτια του χωριού και συνέθεταν το ρεπερτόριο των κάλαντων της ομάδας, το οποίο εκτελούσαν κατά το διάστημα μεταξύ της παραμονής των Χριστουγέννων (24 Δεκεμβρίου) και του Αγίου Ίωνα (7 Ιανουαρίου).
Στις 6 Δεκεμβρίου (Sânicoara), μετά τα κάλαντα όσων φέρουν το όνομα του Nicolae, πραγματοποιήθηκε η εκλογή της ηγεσίας της παρέας. Οι παρθένες εγκαταστάθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των καλαντισμάτων (μεταξύ 6 Δεκεμβρίου και 7 Ιανουαρίου) στο σπίτι ενός από τους νοικοκυραίους του χωριού, για τον οποίο έκαναν διάφορες οικιακές εργασίες με αντάλλαγμα: έφερναν ξύλα, κουβαλούσαν νερό, καθάριζαν τους στάβλους, και επίσης εδώ γινόταν το γλέντι για να σπάσει η πολιορκία , στο οποίο συμμετείχε και ο οικοδεσπότης.
Η ομάδα των καλαντιστών έχει την υποχρέωση να επισκεφτεί όλα τα σπίτια του χωριού, είτε με τη σειρά του βαθμού των οικοδεσποτών (ξεκινώντας από τον παπά, τον δήμαρχο, τον δάσκαλο) είτε παίρνοντας κάθε νοικοκυριό με τη σειρά.
Στις περιπτώσεις που η ομάδα των καλαντιστών δεν γινόταν δεκτή, τα αγόρια χτυπούσαν το τύμπανο στη λωρίδα, απευθύνονταν στον οικοδεσπότη με τσιριχτές κραυγές και έβγαζαν ακόμη και τις πόρτες από τους μεντεσέδες τους.
Πηγές:
Univers Publishing House, 1999,
Pavel Ruxăndoiu, Literary folklore in the context of Romanian popular culture, Grai și Suflet-Cultura nacional, 2001,
Nicolae Constantinescu, Ioana Ruxandra Fruntelată, Folklore Module for Rural Education, 2006,
Rodica Colta, Sărbători și datini de peste an. Μια διασυνοριακή έρευνα του παραδοσιακού πολιτισμού, Εθνολογικός Εκδοτικός Οίκος, 2017,
Narcisa Alexandra Știucă, Οι καθημερινές μας γιορτές, Εκδοτικός Οίκος Pocket Book, 2006,
Monica Brătulescu, Colinda românească, Εκδοτικός Οίκος Minerva, 1981,
Simion-Florea Marian, Romanian Holidays, Εκδοτικός Οίκος του Ρουμανικού Πολιτιστικού Ιδρύματος, Βουκουρέστι, 1994,
Tudor Pamfile, Sărbătorile la români, Εκδοτικός Οίκος Saeculum I.O., 1997.